παγετοθαλάσσιος

παγετοθαλάσσιος
-α, -ο
φρ. «παγετοθαλάσσια ιζήματα»
γεωλ. αποθέσεις, με ποικίλο μέγεθος κόκκων, στον πυθμένα τών θαλασσών, οι οποίες έχουν μεταφερθεί στις ηπειρωτικές κρηπίδες από παγετώνες ή αποτέθηκαν στην ανοιχτή θάλασσα με την τήξη τών παγόβουνων.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”